Οι ωοθήκες είναι οι ενδοκρινείς αδένες των γυναικών που παράγουν τα ωάρια, και οδηγούν στην αναπαραγωγή. Η ενδοκρινική τους λειτουργία περιλαμβάνει την παραγωγή των γυναικείων ορμονών, που ονομάζονται οιστρογόνα, με κυριότερο εξ αυτών την οιστραδιόλη. Οι γυναικείες ορμόνες αποτελούν σημαντικό συστατικό του μεταβολισμού για άνδρες και γυναίκες. Η παρουσία τους σε σημαντικά μεγαλύτερες συγκεντρώσεις στο αίμα των γυναικών προέρχεται από τις ωοθήκες, και έχει ως στόχο τη διατήρηση των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών του φύλου στις γυναίκες, όπως είναι το στήθος και τα γεννητικά όργανα, ενώ στον εγκέφαλο παίζουν σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση της γυναικείας προσωπικότητας και συμπεριφοράς. Από όλα αυτά καθίσταται σαφές ότι η παρουσία των ωοθηκών και η φυσιολογική τους λειτουργία στις γυναίκες είναι εξαιρετικής σημασίας για την καλή τους υγεία και την ποιότητα ζωής τους. Αυτό καθίσταται ιδιαίτερα σαφές κατά την κλιμακτήριο και τα πρώτα χρόνια της εμμηνόπαυσης, οπότε η διακοπή της παραγωγής γυναικείων ορμονών από τις ωοθήκες προκαλεί σημαντικά σωματικά, συναισθηματικά και ψυχολογικά συμπτώματα στις περισσότερες γυναίκες.
Εκτός, όμως, από τον κλασικό ρόλο των γυναικείων ορμονών, εδώ και αρκετά χρόνια έχει καταστεί κοινό κτήμα ο ρόλος αυτών των ορμονών στη ρύθμιση του μεταβολισμού των γυναικών και των ανδρών. Η παρουσία τους σε επαρκείς συγκεντρώσεις είναι απαραίτητη για τη διατήρηση της ισορροπίας στο μεταβολισμό των οστών και την αποφυγή της οστεοπόρωσης και των καταγμάτων. Επίσης υποβοηθούν τα β-κύτταρα του παγκρέατος να παράγουν ινσουλίνη και προστατεύουν από το Σακχαρώδη Διαβήτη. Τέλος, διατηρούν σε επαρκή επίπεδα το ρυθμό κάθαρσης της κακής χοληστερίνης από το συκώτι, προστατεύοντας από τα καρδιαγγειακά επεισόδια. Αυτός είναι και ο λόγος που οι γυναίκες εμφανίζουν καρδιαγγειακά επεισόδια σε μεγαλύτερη ηλικία από τους άνδρες, μερικά χρόνια μετά την εμμηνόπαυση κατά κύριο λόγο. Όπως είναι αναμενόμενο, όταν μια γυναίκα χρειαστεί να αφαιρέσει τις ωοθήκες σε ένα χειρουργείο υστερεκτομής, ο καρδιαγγειακός κίνδυνος αυξάνει σημαντικά, μακροχρόνια. Η αύξηση αυτή είναι πιο μεγάλη, όταν το χειρουργείο πραγματοποιηθεί σε νεαρή ηλικία, ιδίως πριν τα 45 έτη της ηλικίας. Αντίθετα είναι ήπια αυξημένος σε σχέση με τον κίνδυνο του γενικού πληθυσμού, όταν το χειρουργείο πραγματοποιηθεί στη φυσιολογική ηλικία της εμμηνόπαυσης ή μετά από αυτήν.
Το ερώτημα που απασχολούσε όμως τους επιστήμονες για χρόνια, ήταν αν η παρουσία της μήτρας στις γυναίκες, επιτελεί κάποιο σημαντικό ενδοκρινολογικό ρόλο. Σε αυτή την περίπτωση, η απουσία της μετά το χειρουργείο θα οδηγούσε σε κάποιου είδους μακροχρόνιες μεταβολικές ανωμαλίες, σε γυναίκες που έκαναν υστερεκτομή ακόμα κι αν παρέμεναν ανέπαφες και οι δύο ωοθήκες. Προκειμένου να διερευνήσουν αυτή την υπόθεση, η ερευνητική ομάδα του Mayo Clinic, στη Μινεσότα των ΗΠΑ, κατέγραψε δεδομένα για περισσότερες από 2000 γυναίκες που μεταξύ των ετών 1980 και 2002 έκαναν χειρουργείο ολικής υστερεκτομής για καλοήθη νοσήματα (όχι καρκίνο), με ταυτόχρονη διατήρηση και των δύο ωοθηκών. Σε αυτές τις γυναίκες κατεγράφησαν οι παράγοντες καρδιαγγειακού κινδύνου, καθώς και τα καρδιαγγειακά επεισόδια. Προκειμένου να υπάρξει ένας κατάλληλος πληθυσμός σύγκρισης, καταγράφηκαν στοιχεία από ισάριθμές γυναίκες ίδιας ηλικίας που διέμεναν στην ίδια περιοχή της Μινεσότα, και δεν έκαναν ποτέ χειρουργείο στη μήτρα ή τις ωοθήκες. Μετά από παρακολούθηση περίπου 22 ετών, διαπιστώθηκε ότι οι γυναίκες που είχαν αφαιρέσει τη μήτρα για καλοήθεις ενδείξεις είχαν αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης υπερλιπιδαιμίας κατά 14%. 13% αυξήθηκε ο κίνδυνος εμφάνισης υπέρτασης, 18% αυξήθηκε ο κίνδυνος παχυσαρκίας 17% ο κίνδυνος καρδιακών αρρυθμιών και 33% ο κίνδυνος καρδιαγγειακών νοσημάτων, όπως το έμφραγμα του μυοκαρδίου. Οι κίνδυνοι αυτοί ήταν δραματικά αυξημένοι στην περίπτωση γυναικών κάτω των 35 ετών, όπως για παράδειγμα ήταν 4.6 φορές μεγαλύτερος ο κίνδυνος εμφάνισης καρδιακής ανεπάρκειας και 2.5 φορές αυξημένος ο κίνδυνος εμφάνισης στεφανιαίας νόσου.
Εκ των ως άνω ευρημάτων, καθίσταται σαφές ότι η μήτρα παίζει ενεργό μεταβολικό / ενδοκρινικό ρόλο και συμμετέχει στην προστατευτική επίδραση που έχει η λειτουργία των ωοθηκών κατά τα γόνιμα χρόνια της ζωής των γυναικών, σε σχέση με τα καρδιαγγειακά νοσήματα και τους καρδιαγγειακούς παράγοντες κινδύνου. Συνεπώς, πιθανόν να αξίζει να σκεφτούμε την πιθανότητα διατήρησής της σε ασθενείς με καλοήθη νοσήματα των ωοθηκών που αναμένεται να χειρουργηθούν για αυτά, όπως και σε νοσήματα που θα μπορούσαν να αντιμετωπιστούν συντηρητικά. Σε κάθε περίπτωση η μελέτη αυτή από το Mayo Clinic ταράζει τα νερά σε ένα ιδιαίτερα ενδιαφέρον αντικείμενο και αναμένεται να οδηγήσει σε μια πληθώρα μελετών για τον πιθανό ενδοκρινικό ρόλο της μήτρας στις γυναίκες.