Η παρουσία υψηλών συγκεντρώσεων ασβεστίου προλέγει τον κίνδυνο εκδήλωσης Σακχαρώδη Διαβήτη τύπου 2 ανεξάρτητα από άλλες παραμέτρους, σύμφωνα με μια νέα ανάλυση της μεγάλης Ισπανικής μελέτης Prevención Dieta Mediterránea (PREDIMED). Τα αποτελέσματα αυτής της μελέτης δημοσιεύθηκαν ηλεκτρονικά, στην έκδοση της 19ης Αυγούστου 2014, του περιοδικού Diabetes Care, που είναι και το επίσημο περιοδικό της Αμερικανικής Διαβητολογικής Εταιρίας (AmericanDiabetesAssociation).
Μέχρι σήμερα η μέτρηση του σακχάρου νηστείας αποτελούσε την πιο διαδεδομένη μέθοδο υπολογισμού του κινδύνου εμφάνισης Σακχαρώδη Διαβήτη τύπου 2. Η ερευνητική ομάδα του Πανεπιστημίου της Μαδρίτης, όμως, που επιμελήθηκε της ανάλυσης της παραπάνω μελέτης, προσπάθησε να βρει άλλους μετρήσιμους παράγοντες που συσχετίζονται με τον κίνδυνο αυτό. Μετά από εξαντλητική στατιστική επεξεργασία των δεδομένων, κατέληξαν ότι ακόμα και εάν συνυπολογίσουμε την επίδραση του σακχάρου νηστείας, η συγκέντρωση του ασβεστίου στο αίμα παρουσιάζει σημαντική συσχέτιση με τον κίνδυνο εκδήλωσης Σακχαρώδη Διαβήτη τύπου 2.
Είναι γνωστό επιπλέον, ότι το ασβέστιο παίζει σημαντικό ρόλο στην έκκριση της ινσουλίνης, αλλά και στη δράση της, μιας και η παρουσία επαρκών ενδοκυττάριων συγκεντρώσεων στα β-κύτταρα του παγκρέατος αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για να πραγματοποιηθεί η έκκριση της ινσουλίνης. Αντίστοιχα, στα όργανα στόχους της ινσουλίνης, όπως το ήπαρ, οι μύες και ο λιπώδης ιστός, η σύνδεση της ορμόνης αυτής με τον υποδοχέα της έχει ως αποτέλεσμα την ενεργοποίηση πολλαπλών μοριακών καταρρακτών, μεταξύ των οποίων και αυτόν του ασβεστίου και της καλμοδουλίνης.
Κατά το παρελθόν, και η μελέτη IRAS, που είχε παρουσιασθεί στο 49ο Ετήσιο Συνέδριο της Ευρωπαϊκής Εταιρίας Μελέτης του Διαβήτη είχε αναδείξει τη σημασία της υψηλής συγκέντρωσης ασβεστίου, ως προς την ομοιόσταση της γλυκόζης, αλλά τα αποτελέσματα αυτής της μελέτης δεν ανέδειξαν μια σταδιακή αύξηση του κίνδυνου με την αύξηση των συγκεντρώσεων ασβεστίου.
Η μελέτη PREDIMEDσυμπεριέλαβε δεδομένα από 7447 άνδρες ηλικίας 55-80 και γυναίκες ηλικίας 60-80 ετών, που είχαν υψηλό καρδιαγγειακό κίνδυνο, λόγω της παρουσίας Σακχαρώδη Διαβήτη τύπου 2 ή τουλάχιστον τριών άλλων παραγόντων καρδιαγγειακού κινδύνου, όπως η υπέρταση, το οικογενειακό ιστορικό πρώιμων καρδιαγγειακών επεισοδίων, η παχυσαρκία, το κάπνισμα και η δυσλιπιδαιμία (χοληστερίνη). Για την παρούσα ανάλυση χρησιμοποιήθηκαν τα δεδομένα από 707 άτομα, που δεν έπασχαν από Διαβήτη κατά την έναρξη της μελέτης. Μετά από παρακολούθηση για περίπου 4.8 χρόνια, 77 άτομα εκδήλωσαν Σακχαρώδη Διαβήτη τύπου 2. Η συγκέντρωση του ασβεστίου στους ασθενείς που εμφάνισαν Διαβήτη ήταν υψηλότερη από αυτούς που δεν παρουσίασαν τη νόσο (9.74 vs 9.60 mg/dL, P = 0.023).
Μετά τη στάθμιση του δείγματος για παράγοντες που πιθανόν να επηρέασαν τα αποτελέσματα της ανάλυσης, βρέθηκε ότι ο κίνδυνος εκδήλωσης Σακχαρώδη Διαβήτη τύπου 2 ήταν σχεδόν 3.5 φορές μεγαλύτερος για τα άτομα που είχαν συγκεντρώσεις ασβεστίου στο ανώτερο τριτημόριο (μέσος όρος 10.2 mg/dL), σε σχέση με τα άτομα στο χαμηλότερο τριτημόριο συγκεντρώσεων ασβεστίου (μέσος όρος 9.0 mg/dL). Εφαρμόζοντας ένα στατιστικό μοντέλο που συμπεριέλαβε την επίδραση της συγκέντρωσης του σακχάρου νηστείας στο αίμα, βρέθηκε ότι για κάθε 1 mg/dLαύξηση στης συγκέντρωσης του ασβεστίου υπάρχει μια αύξηση του κινδύνου κατά 3.52 φορές. Αυτό δεν επηρεαζόταν από την ποσότητα του προσλαμβανομένου ασβεστίου με τη διατροφή ή από συμπληρώματα, γεγονός αναμενόμενο, μιας και η συγκέντρωση του ασβεστίου στο αίμα είναι ορμονικά ρυθμισμένη και δεν επηρεάζεται εύκολα από εξωγενείς παράγοντες.
Η δική μας ανάγνωση των δεδομένων του Πανεπιστημίου της Μαδρίτης είναι ότι η συγκέντρωση του ασβεστίου στο αίμα αποτελεί προγνωστικό και όχι παθογενετικό δείκτη. Προς το παρόν, δεν υπάρχουν αποδείξεις σχέσης υπαιτιότητας. Δηλαδή δεν έχει βρεθεί ότι αυξάνοντας τεχνητά τη συγκέντρωση του ασβεστίου στο αίμα μπορούμε να αυξήσουμε τον κίνδυνο εκδήλωσης Σακχαρώδη Διαβήτη τύπου 2. Κατ’ αντιστοιχία, απουσιάζει και η οποιαδήποτε ένδειξη ότι θα μπορούσαμε να αποτρέψουμε το Σακχαρώδη Διαβήτη τύπου 2 ελαττώνοντας τις συγκεντρώσεις του ασβεστίου. Στο μέλλον, η έρευνα θα πρέπει να επικεντρωθεί στη μελέτη της αλληλεπίδρασης των διαφόρων ορμονικών συστημάτων και του μεταβολισμού του ασβεστίου, αλλά και των υπολοίπων μετάλλων και ιχνοστοιχείων, ώστε να κατανοήσουμε καλύτερα εάν και πώς συνδέονται με την εκδήλωση μεταβολικών νοσημάτων, όπως ο Σακχαρώδης Διαβήτης.
Για περισσότερες πληροφορίες για το μεταβολισμό του ασβεστίου και των λοιπών μετάλλων και ιχνοστοιχείων, αλλά και το Σακχαρώδη Διαβήτη, επικοινωνείστε με το ιατρείο μας στο τηλ. (2610) 222.176 ή στείλτε μας email στο rodis@paparodis.gr.