Αυτό το ερώτημα απασχολεί πολλούς ασθενείς και ακόμα περισσότερους ιατρούς. Η απάντηση είναι εύκολη: 10 ώρες χωρίς φαγητό αρκούν. Δηλαδή, κάποιος που θα πάει για εξέταση αίματος στις 8 το πρωί, πρέπει να σταματήσει το φαγητό στις 10 το προηγούμενο βράδυ.
Πολλοί ασθενείς (δυστυχώς!) προσπαθούν τις ημέρες πριν από την αιμοληψία να βελτιώσουν τη διατροφή τους με στόχο να εμφανίσουν χαμηλότερες τιμές σακχάρου ή χοληστερίνης. Αυτή η πρακτική είναι λάθος, γιατί δεν επιτρέπει στη μέτρηση να δείξει το πραγματικό πρόβλημα. Στόχος των εξετάσεων δεν είναι να αποδείξουμε στον εαυτό μας και τον ιατρό μας ότι όλα είναι καλά, αλλά να κατανοήσουμε το όποιο πρόβλημα υπάρχει και να το διορθώσουμε.
Μάλιστα ιδανικές μετρήσεις θεωρούνται εκείνες που ακολουθούν 3 ημέρες κακής διατροφής. Ως τέτοια ορίζεται αυτή όπου η ποσότητα υδατανθράκων αγγίζει τα 300 γραμμάρια ημερησίως!
Λύση στο πρόβλημα της νηστείας πριν τις εξετάσεις αίματος έδωσαν διάφορες μελέτες των τελευταίων χρόνων, που έδειξαν ότι μια τυχαία (όχι νηστείας) μέτρηση σακχάρου ή χοληστερίνης μπορεί να μας δείξει αν υπάρχει πρόβλημα με σακχαρώδη διαβήτη ή δυσλιπιδαιμία αντίστοιχα.
Συγκεκριμένα, αν το σάκχαρο είναι μεγαλύτερο του 100 σε τυχαία μέτρηση (νηστείας ή όχι), η πιθανότητα να έχει κάποιος σάκχαρο είναι 32 φορές μεγαλύτερη από ότι αν η τιμή είναι μικρότερη του 100!
Αυτός ο αριθμός αυξάνει περαιτέρω (256 φορές!!!) όταν το σάκχαρο είναι μεγαλύτερο του 140….
Για τη χοληστερίνη τα πράγματα είναι ακόμα πιο απλά. Η κακή χοληστερίνη – LDL δεν εξαρτάται από το αν έχουμε φάει πρόσφατα, ενώ το ίδιο ισχύει και για την καλή χοληστερίνη – HDL. Αντίθετα τα τριγλυκερίδια μπορούν να αυξηθούν σημαντικά αν έχουμε φάει λίγες ώρες πριν τη μέτρηση.
Συνεπώς, μια καλή εικόνα του μεταβολισμού μπορούμε να την αποκτήσουμε ακόμα και με εξετάσεις που γίνονται χωρίς τις 10 ώρες νηστείας.